ακτινίδες — Σειρά σπάνιων γαιών, που στο περιοδικό σύστημα ακολουθεί το ακτίνιο και από αυτό παίρνει την ονομασία της. Τα νέα στοιχεία, όλα ραδιενεργά, μερικά από τα οποία υπάρχουν στη φύση (θόριο, ουράνιο) και άλλα είναι προϊόντα του εργαστηρίου, είναι αυτά … Dictionary of Greek
καλιφόρνιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Cf. Ανήκει στην τρίτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των σπάνιων γαιών, και έχει ατομικό αριθμό 98. Το κ. είναι ένα από τα υπερουράνια στοιχεία –στοιχεία που δεν απαντούν στη φύση, αλλά… … Dictionary of Greek
Σίμποργκ, Γκλεν Θήοντορ — (Seaborg). Αμερικανός χημικός (Ισπέμινγκ, Μίσιγκαν 1912). Διπλωματούχος το 1936 του πανεπιστήμιου της Καλιφόρνιας, ασχολήθηκε με τη μελέτη των βαρέων στοιχείων, των σωματίων που αποτελούν το άτομο, και με τις αντιδράσεις που συμβαίνουν στις… … Dictionary of Greek
υπερουράνια στοιχεία — Χημικά στοιχεία με ατομικό αριθμό μεγαλύτερο του 92 (ο ατομικός αριθμός του ουράνιου), τα οποία κατέχουν τις θέσεις μετά το ουράνιο στο περιοδικό σύστημα των στοιχείων. Τα μέχρι σήμερα γνωστά ισότοπα των υπερουράνιων στοιχείων εμφανίζουν αστάθεια … Dictionary of Greek